Tα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής Αρχής, Eurostat, για το 2022 καταγράφουν αρνητική πρωτιά
της Ελλάδας στις ανάγκες για ιατρικές εξετάσεις που μένουν ακάλυπτες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat την περυσινή χρονιά, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ποσοστό των ανθρώπων που έπρεπε να κάνουν ιατρικές εξετάσεις και δεν μπορούσαν για οικονομικούς λόγους, επειδή υπήρχαν μεγάλες λίστες αναμονής ή λόγω απόστασης ήταν 3,3%.
Συγκριτικά, τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Ελλάδα με 16,7%, τη Φινλανδία, που ακολουθεί με αισθητή διαφορά με 9,6%, τη Ρουμανία με 7,9% και στη Λετονία με 7,1%. Στο άλλο άκρο, βρίσκονται η Γερμανία, όπου το ποσοστό των ακάλυπτων αναγκών για ιατρικές εξετάσεις ήταν μόλις 0,5%, η Τσεχία με το ακόμη χαμηλότερο 0,3% και η Κύπρος με ποσοστό μόλις 0,1%. Το ποσοστό των ατόμων στην ΕΕ που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας και ανέφεραν τέτοιες ανεκπλήρωτες ανάγκες ήταν 6,1%, διπλάσιο από το ποσοστό εκείνων που δεν κινδυνεύουν από φτώχεια (2,8%).
Παρόμοια μοτίβα ήταν ορατά σε όλη την ΕΕ, με εξαιρέσεις την Ισπανία (όπου το 2,0% των ατόμων που δεν κινδυνεύουν από φτώχεια ανέφεραν ανεκπλήρωτες ανάγκες έναντι 1,6% των ατόμων που κινδυνεύουν) και την Ολλανδία (0,8% των ατόμων που δεν κινδυνεύουν και 0,6% εκείνων που κινδυνεύουν από φτώχεια). Στην Ελλάδα, το αναφερόμενο ποσοστό ήταν 14,5 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο μεταξύ εκείνων που κινδυνεύουν από φτώχεια (28,8%) σε σύγκριση με εκείνους που δεν κινδυνεύουν (14,3%). Υψηλές αποκλίσεις εμφανίστηκαν επίσης στη Ρουμανία, όπου η διαφορά ήταν 9,4 π.μ. (15,5% έναντι 6,1%) και στην Πορτογαλία, με 8,5 π.μ. (11,7% έναντι 3,2%).