Ο εμβολιασμός μέσα σ’ αυτόν τον καταιγισμό της πανδημίας, είναι αναγκαίος.

Όπως δείχνουν οι επιστημονικές έρευνες, τα ιατρικά και εμπειρικά δεδομένα, περιορίζει δραστικά την μετάδοση του ιού και προστατεύει τον κόσμο κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Το εμβόλιο όμως μέσα από τα γρανάζια του καπιταλιστικού αυτού συστήματος, μετατράπηκε σε ένα εμπόρευμα άθλιας κερδοσκοπίας των πολυεθνικών και εργαλείο στα πλαίσια γεωπολιτικών ανταγωνισμών. Ξεκινώντας από εκεί και με όχημα τα διάφορα ψέματα που διακινούνται συνεχώς, έχει αναπτυχθεί ένα αντιεμβολιστικό κίνημα που πατρονάρεται κατά κύριο λόγο από τους κυβερνητικούς, μέσα από τις αλλοπρόσαλλες και αντιφατικές τους ενέργειες, που στόχο έχουν την υποταγή του κόσμου και όχι την προστασία του.

Μετά από 1,5 χρόνο πανδημίας δεν έχουν κάνει τίποτα για να ενισχύσουν το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, εργαλειοποίησαν στο έπακρο την πανδημία για να περάσουν τις ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές τους. Βάζουν τις ζωές του κόσμου λίπασμα για την κερδοφορία των άπληστων πολυεθνικών. Δεν πήραν κανένα μέτρο για τους εργαζόμενους που συνωστίζονται στα μέσα μεταφοράς και στους χώρους δουλειάς, γιατί έπρεπε να εξυπηρετηθούν τα κέρδη των εργοδοτών. Και τόσες άλλες αποφάσεις που στόχο έχουν την οικονομία των αποπάνω και όχι την προστασία του λαού.

Όλα αυτά και πολλά ακόμα προκάλεσαν διεύρυνση του ρήγματος στην εμπιστοσύνη πλατιών κοινωνικών στρωμάτων προς τους άνωθεν κήρυκες. Και τώρα που οι τελευταίοι επείγονται υπέρ του εμβολίου – για τους οικονομικούς λόγους που είπαμε και όχι λόγω ανθρωπισμού – η δυσπιστία απέναντι στους κυβερνώντες έρχεται να ποτίσει το λίπασμα του αντιεμβολιασμού. Σε αυτή την φάση βρισκόμαστε και στην χώρα μας. Και ενώ, έστω και τώρα, οι αρμόδιοι θα έπρεπε να «πάρουν στροφή», να αναθεωρήσουν την στάση, τις πολιτικές και τις συμπεριφορές τους που απειλούν να επιφέρουν εκρηκτικά αποτελέσματα, εκείνοι ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Η κυβέρνηση, σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, πιστή στο αντικοινωνικό δόγμα του μαστιγίου που αποτελεί την άλλη όψη του νεοφιλελελεύθερου νομίσματος της «ατομικής ευθύνης», επιλέγει ως μέσο για τον εμβολιασμό τον εξαναγκασμό.

Την ποινή. Την απειλή. Τον εκβιασμό. Τη διαίρεση. Τον διχασμό. Τον στιγματισμό. Επιλέγει μια βαθιά αντιδραστική πολιτική που όχι μόνο δεν προωθεί το αποτυχημένο εμβολιαστικό της πρόγραμμα αλλά ενισχύει την διστακτικότητα και αφήνει το πεδίο σε «αρνητές» να ψαρεύουν στα θολά νερά της αμφιβολίας. Αντί της ενημέρωσης και της διαφάνειας, η κυβέρνηση επιλέγει τα «απαγορεύεται». Αντί της πλατιάς επιστημονικής συζήτησης για τα αναγκαία μέτρα προστασίας του πληθυσμού με βασικό τον εμβολιασμό ως δικαίωμα και όχι ως «διατεταγμένη υποχρέωση», που δεν θα έχει το στίγμα ότι υπαγορεύεται από τα συμφέροντα πολυεθνικών και κυβερνήσεων, η κυβέρνηση επιλέγει ρόλο στρατονόμου. Τι από αυτά κάνει η κυβέρνηση ώστε να έχει το θράσος να απειλεί; Η αδιαφορία της κυβέρνησης για όλα αυτά την καθιστούν τον πρώτο «αντιεμβολιαστή».